Ταξιδεύοντας προς τη δική σου ανατολή

Ανατολή. Το σημείο που ξεπροβάλει ο ζωογόνος ήλιος, πηγή ζωής για κάθε ζωντανό οργανισμό, ώστε να μπορέσει να επιβιώσει και να πορευθεί στη γήινη διέλευσή του. Οι πρόγονοί μας έλεγαν «νους υγιής εν σώματι υγιεί». Το σώμα χρειάζεται μεταξύ άλλων και τον ήλιο για να είναι υγιές, ο νους και η ψυχή του καθενός πως διατηρούνται ακμαία και ανθοφόρα; Τι είναι αυτό που τα προωθεί, χωρίς να τα αλλοιώνει. Μεγάλο ερώτημα που βασανίζει πολλούς ανθρώπους.


Κάθε άνθρωπος αναζητά εκείνο το συστατικό στη ζωή του που θα τη φωτίσει και θα την ανανεώνει συνεχώς. Συνηθέστεροι διέξοδοι αποτελούν οι τέχνες, ο αθλητισμός, η μελέτη. Η συμβολή τους συνίσταται στην παροχή διόδων έκφρασης σκέψεων, συναισθημάτων, ενδόμυχων επιθυμιών και κρυφών απωθημένων. Δεν υπάρχει σωστό και λάθος σε αυτή τη διαδικασία, καθότι είναι αυστηρά προσωπική και επιτελεί έργο, ιδιαζόντως σημαίνων για όποιον επιλέξει να την ακολουθήσει.

Η έκφραση ταύτη βοηθά την παραγωγή ενδορφινών, ορμόνη απαραίτητη για την καλή διάθεση του ανθρώπου και την αποφυγή σοβαρών ψυχικών διαταραχών λόγω κακής διάθεσης, η οποία μπορεί να μεταφραστεί & ονομαστεί ποικιλοτρόπως.

Η συνειδητοποίηση των δυσκολιών στη ζωή και η ανάγκη για συνεχή πάλη, απαιτούν ωριμότητα και σύνδεση με την πραγματικότητα. Οι συντελεστές χαράς κάθε ανθρώπου ποικίλουν και μόνοι μας πρέπει να τους ανακαλύψουμε, χωρίς επηρεασμό, έτσι ώστε να μας εκφράζουν και γεμίζουν. Σκόπιμο είναι να γίνονται στάσεις από τη ροή των γεγονότων και της καθημερινότητας, ώστε να γίνεται αξιολόγηση, χωρίς να χάνεται η ουσία μέσα στη δύνη της ταχύτητας των γεγονότων.

Η αναζήτηση του καθετί στην ανατολή του είναι πολύ πιο ελκυστική, όσο δυσχερές κι αν αποδειχθεί. Η ανάβαση στην κορυφή του στόχου, όπου μόνος σου θωρείς το λαμπερό φως του ήλιου, σε αποζημιώνει για όλα τα σκοτάδια ή δύσεις που συνάντησες καθ’ οδόν. Εξάλλου, το ταξίδι προς την ανατολή είναι πιο ουσιαστική και εποικοδομητική διαδικασία για τον περιπλανώμενο και όχι η ίδια. Όταν όμως επιτευχθεί η θέασή της, τα λόγια είναι περιττά για να την περιγράψουν. Αρκεί η ικανοποίηση και ανατριχίλα που κατακλύζει με χαρά ψυχή τε και σώματι.

(Ε. Γραμμένου)

Πάθος

Είναι η φλόγα που καίει το κορμί
η έννοια που τη σκέψη αλλοιώνει
η ανάγκη που ωθεί σε υπερβολή
και η έλλειψη τη λογική σκοτώνει

Σχέση δυνατή γεμάτη ένταση
εξαρτημένη και ωμή
χωρίς κορδέλες και αρώματα
σωσίβιο απόδρασης για κάθε φυγή

Τρέφονται από τη αδυναμία
Καλλιεργώντας φόβο απώλειας
Οδηγούν σε μοιραία λάθη
Όντας πάντα ανεξέλεγκτα ως πάθη


Πολλών ειδών και εποχών τα πάθη
Εξουσιάζουν συνειδήσεις και επιθυμίες
Φυτρώνουν σε καρδιές αγκάθι
Προκαλώντας εντόνως εκφραζόμενες κυκλοθυμίες

Η μετωπική αντιπαράθεση τους
Χρήζει θάρρους και πυγμής
Ώστε να λυτρώσει το μυαλό
Από κάθε είδους ψεύτικης προσμονής.

(Ε. Γραμμένου)

Πόθος

Θωρώ τα μάτια σου κι ρίγος διαπερνά το κορμί μου
Στέκομαι δίπλα σου και ιδρώνω
Είσαι κοντά μου, μα τόσο μακριά
Σε ποθώ αλλά δεν σε ‘χω.


Προσπερνάς την καρδιά μου χωρίς οίκτο
και ζωγραφίζεται η σκιά σου στον τοίχο
Αιθέρια κίνηση και πληθωρική
Χωρίς προσχήματα και υποκριτική.


Αναρωτιέμαι γιατί να σ’ αγαπώ, χωρίς να μ’ αγαπάς
και να σε καρτερώ, ενόσω με πονάς
Μα η καρδιά μου πορεύεται άνευ λογικής
αναζητά φλόγα ζωής εν μέσω εποχής κυνικής


Θα σε παρατηρώ χωρίς να ενοχλώ
Θα σε στηρίζω χωρίς να διεκδικώ
Μείνε μαζί μου έστω πλατωνικά
σε θέλω στη ζωή μου για να χτίζω σκηνικά

(Ε. Γραμμένου) 

Ο καθρέφτης της ψυχής

Η Τζέσικα ήταν ένα κορίτσι όμορφο – όπως όλοι έλεγαν – χωρίς η ίδια να το πιστεύει πια.


Από μικρή ήταν το κέντρο της προσοχής για πολλούς λόγους και απολάμβανε πολύ αγάπη από τους γύρω της. Η φροντίδα αυτή την είχε κάνει αρκετά κακομαθημένη και αποζητούσε πάντα την προσοχή και αποδοχή απ’ όλους και ιδιαίτερα, όσων δεν ήταν μέλη της οικογένειάς της. Ήταν η ψυχή της παρέας, ιδιαίτερα δυναμική, με πολλές ασχολίες. Όσο ήταν μικρή οι αθλοπαιδιές της και η ευαίσθητη υγεία της – που ποτέ δεν αποδέχθηκε ως αδυναμία και δεν επέτρεπε σε κανέναν να την αντιμετωπίσει ως λιγότερο δυνατή – της είχαν σμιλέψει ένα όμορφο κορμί, το οποίο μαζί με το όμορφο παρουσιαστικό, της προσέφερε μια πολύ καλή σχέση με το είδωλό της στον καθρέφτη, το οποίο φρόντιζε να το διατηρεί αναλλοίωτο και πάντα προς το καλύτερο. Εκ γενετής αναζητούσε την τελειότητα, όπως η ίδια τη θεωρούσε σε ό,τι έκανε. Δεν συμβιβάζονταν ποτέ με τα μέτρια και απαιτούσε από τον εαυτό της την καλύτερη δυνατή προσπάθεια με ό,τι καταπιάνονταν. Ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής και απολάμβανε να παρακολουθεί διαμάχες για χάρη της, μεταξύ των θαυμαστών της. Αισθάνονταν ιδιαίτερα τυχερή με τη ζωή της και με τα όσα όμορφα της προσέφερε.

Κι ενώ όλα ήταν ιδανικά και απολάμβανε μια ονειρική ζωή, η είσοδός της στην πύλη της εφηβείας ήταν καταλυτική. Το πρώτο χτύπημα ήταν η αλλαγή σχολείου, όπου το περιβάλλον ήταν πολύ πιο σκληρό από το προηγούμενο. Το δεύτερο ήταν η αρπαγή του πρώτου μεγάλου εφηβικού έρωτά της με το ομορφότερο αγόρι του σχολείου, τον οποίο πολλές εποφθαλμιούσαν, μη μπορώντας να κατακτήσουν, γιατί ήθελε απεγνωσμένα εκείνη, από την καλύτερη παιδική φίλη της, η οποία επέλεξε εκείνον - όταν κατέφυγε σε αυτήν, μετά την άρνηση της Τζέσικα να προχωρήσουν, αφού βρέθηκε στο δίλημμα έρωτας ή φιλία, επιλέγοντας τη φίλη της.

Οι πρώτες απορρίψεις ήταν γεγονός και διαδέχονταν η μία την άλλη. Η αυτοπεποίθησή της άρχισε να μετριάζεται και να γίνεται αμφίβολη. Παράλληλα, το σώμα της άλλαζε προς το χειρότερο βάζοντας πολλά κιλά ξαφνικά, λόγω ορμονικών προβλημάτων. Η σχέση με τον καθρέφτη της είχε ραγίσει. Απέφευγε να κοιτιέται στον καθρέφτη, διότι αυτό που έβλεπε δεν της άρεσε καθόλου. Αυτό την οδήγησε σε βαθιά θλίψη και κλείσιμο στον εαυτό της. Οι σχέσεις της με τα αγόρια ήταν φιλικές, διότι δεν επέτρεπε κάτι άλλο, έστω κι αν υπήρχε κάτι, ώστε να μην αντιμετωπίσει για άλλη μια φορά την απόρριψη. Απέρριπτε η ίδια τον εαυτό της και τον καθιστούσε αμέτοχο στα ερωτικά σκιρτήματα, παρουσιάζοντάς το ως ηθελημένη επιλογή αποφυγής μια ακόμα ψυχικής πληγής.

Αν και πάλευε συνεχώς να διορθώσει τη σχέση της με τον καθρέφτη, όπου για αυτήν ήταν ιδιαίτερα σημαντική, ζητώντας την αρωγή πληθώρας ειδικών και ακολουθώντας διάφορες σωστές και λανθασμένες πρακτικές, πέρασαν τα χρόνια, ο στόχος ήταν ακόμα ανεκπλήρωτος και εκείνη είχε χάσει σημαντικές στιγμές της ζωής της, λόγω της συστολής και αυτοαπόρριψής της, ως είδωλο του καθρέφτη της. Η ζωή της ήταν ανυπόφορη και πολλές φορές σκέφθηκε την αυτοκτονία για να απαλλαγεί από τα όσα υπέβαλλε η ίδια τον εαυτό της, λόγω της μη αποδοχής της εικόνας της. Φθάνοντας σε αυτό το ύστατο σημείο, αποφάσισε όποτε κοιτάει τον καθρέφτη να βλέπει τη ψυχή της, όχι το είδωλό της, και να την κάνει όσο πιο όμορφη γίνεται. Πέρασε πολλές ώρες μόνη της με τον εαυτό της, συζητώντας και αναλύοντας την. Αναγνώρισε τα προτερήματά της που σαφώς είχε, διότι ήταν ένα αντικειμενικά προικισμένο παιδί, δούλεψε τα ελαττώματά της, αγωνίζοντας να τα αποδεχθεί και πάλευε για την αποδοχή της μη τελειότητάς της. Άρχισε να κοινωνικοποιείται ξανά, να αποκτά ξανά ενδιαφέροντα και να διατηρεί συνεχώς εαυτόν εν εγρηγόρσει, ώστε να αισθάνεται δημιουργική και να αποτρέπει τις κακές σκέψεις να εισέρχονται στο μυαλό της. Η ιχνηλάτηση αυτού του μονοπατιού την κατέστησε επιτυχημένη μαθήτρια, φοιτήτρια, επιστήμονα, επαγγελματία.

Ο διάλογός της με τον καθρέφτη είχε αλλάξει μορφή, μετατρέποντάς την σε μια όμορφη και λαμπερή ψυχή που προσπαθούσε να προσφέρει χαρά, σε όλους όσους συναντούσε και να τους βοηθήσει να γίνουν δυνατοί, πατώντας γερά στα πόδια τους, άσχετα αν η ίδια ουσιαστικά πονούσε για την μη επίτευξη της συμφιλίωσης με την εικόνα της, αλλά μη αφήνοντας κανέναν να το αντιληφθεί. Ήταν ιδιαίτερα αγαπητή και δημοφιλής, αφού όλοι αναζητούσαν την ευεργετική παρέα της, θαμπωμένοι από το λαμπερό ψυχικό φως που εξέπεμπε.

Σε μια μοναχική βόλτα της, μετά από μερικά χρόνια, στο κέντρο της Αθήνας, που τόσο λάτρευε και αναλογιζόμενη την ημέρα της – όπως πάντα έκανε – όρισε εαυτόν ξανά τυχερό, γιατί είχε την υγεία της, 5 αληθινούς φίλους που θα ήταν πάντα δίπλα της και μπορούσε να μοιραστεί χωρίς φόβο τις σκέψεις της, και πληθώρα ανθρώπων που την αγαπούσαν, γιατί αντικατοπτρίζονταν σε αυτούς η ομορφιά της ψυχής της και οι όμορφες στιγμές που τους είχε προσφέρει, μέσα από τα έργα της για εκείνους. Μειδίασε για μερικά λεπτά, στάθηκε για λίγο, αισθάνθηκε ευτυχισμένη και συνέχισε τον περίπατό της με κατεύθυνση τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όπου θα παρακολουθούσε μια υπαίθρια κινηματογραφική παράσταση υπό το φώς των αστεριών.

(Ε. Γραμμένου)

Ταξιδιώτης ποιητής

Διασχίζοντας την αγορά
της άλλοτε Σμύρνης
Θαρρώ σε πρόσεξα καθήμενη
δίπλα στα μπαχάρια
Βλέμμα χαμένο, άγνωστο που
μα όμορφο πολύ.
Πρώτο σκίρτημα καρδιάς.


Επόμενη συνάντηση
κρουαζιέρα στο Βόσπορο.
Κάθισα πλάι σου και
η αύρα σου με μέθυσε.
Βλέμμα καθάριο και έντονο.
Αέρας γλυκός μα ζεστός.
Χάθηκα στην αγκαλιά σου.

(Ε. Γραμμένου)

Η άλλη πατρίδα

Η Κωνσταντίνα ήταν ένα κορίτσι που μεγάλωσε σε μια πολύ δεμένη οικογένεια με πολύ αγάπη. Ήταν πάντα η προστατευμένη & όλα έμοιαζαν μαγικά. Δεν είχε προετοιμαστεί κατάλληλα για το «άγριο» πρόσωπο του πραγματικού κόσμου. Όσο μεγάλωνε, κοινωνικοποιούνταν και απελευθερώνονταν από την «εστία» της, έβλεπε το σάπιο της κοινωνίας που ζούσε. Όλα, για να γίνουν, ήθελαν άλλες μεθόδους πέραν των γνωστών.


Ουδείς δεν κατείχε κάτι με βάση την αξία του, αλλά τις επαφές του και τις δημόσιες σχέσεις του. Η ίδια έδιδε μεγάλη βάση στην αξία και αξιοπρέπειά της. Από νωρίς επένδυε στη γνώση, όπου είχε ιδιαίτερη έφεση και σκιαγραφούσε τα επόμενα βήματά της.

Μόλις τελείωσε το σχολείο, έφυγε από την «εστία» της για να σπουδάσει στο εξωτερικό. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να της συμβεί εκείνη τη στιγμή για να διευρύνει τους ορίζοντές της και να ανοίξει τα φτερά της. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της ασχολήθηκε κι με άλλες δραστηριότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Μία εξ αυτών ήταν η αιτία να γίνει ενεργό μέλος της κοινωνίας και να ανελιχθεί μέχρι τα υψηλότερα αξιώματα σε παγκόσμιο επίπεδο, μόνο μέσω της δουλειάς της και της αφοσίωσης της στον τελικό σκοπό. Η διάκριση αυτή την έκανε να αισθανθεί μεγάλη ικανοποίηση για τον εαυτό της και να πιστέψει περισσότερο στο ότι μόνο η αξία σου φτάνει για να πετύχεις. Επιπλέον, η συναναστροφή της με πάρα πολλούς λαούς, σε συνάρτηση με τις περιπλανήσεις της ανά τον κόσμο την έκαναν να θεωρεί εαυτόν «πολίτη του κόσμου».

Η σκέψη να γυρίσει πίσω ήταν κάτι που την απωθούσε και την περιόριζε. Η «εστία» της δεν ταίριαζε στο χαρακτήρα και τις επιδιώξεις της. Ήθελε ορίζοντα και ευκαιρίες, όπου εκεί δεν προσφέρονταν. Οι γονείς από την άλλη, πίεζαν πολύ για να επιστρέψει και η Κωνσταντίνα τους είχε ιδιαίτερη αδυναμία. Αν και ήξερε ότι η επιστροφή της θα της στερούσε πολλά από τα όνειρά της, η αγάπη για τους δικούς της την έσυραν πίσω στη βάση της.

Η αναζήτηση δουλειάς, ως αρχικό βήμα προσαρμογής στην νέα πραγματικότητα εξελίσσονταν αργά και χωρίς ικανοποιητικά αποτελέσματα, μετά τις διεθνείς διακρίσεις που είχε γευθεί και τα τέσσερα πτυχία που κατείχε. Για όλους ήταν ιδιαιτέρως κατηρτισμένη και δεν είχαν κάτι ανάλογό της να προσφέρουν.

Ο χρόνο κυλούσε αργά, η Κωνσταντίνα καταδικάζονταν σε απραξία και δουλειά δεν βρίσκονταν. Αφού πέρασε αρκετός καιρός, οι αντιστάσεις άρχισαν να λειαίνονται, οι απαιτήσεις να μειώνονται, το μυαλό να ωριμάζει. Η ανάγκη της για δημιουργία και μη εξάρτησης από τους δικούς της, την ώθησαν να αποδεχθεί μια πρόταση, κατώτερη των προσόντων της, που έγινε μέσω γνωστού – πράγμα ανεπίτρεπτο για την αξιοπρέπειά της.

Η Κωνσταντίνα, πάντα τελειομανής με ό,τι καταπιάνονταν, έδινε πάντα τον καλύτερο εαυτό της, αλλά οι προσπάθειές της δεν αναγνωρίζονταν. Αντίθετα, έβλεπε ανθρώπους λιγότερο άξιους και ικανούς να εξελίσσονται στην ιεραρχία της δουλειάς της. Η οργή της ήταν μεγάλη, αλλά μη μπορώντας να την εκφράσει, σεβόμενη τον άνθρωπο που τη σύστησε εκεί, την κατήφθηνε εναντίον της και έπεσε σε μελαγχολία. Δεν είχε όρεξη για τίποτα και απλά επιβίωνε, κουβαλώντας πάντα το ανεκπλήρωτο των ονείρων της.

Αφού πέρασε μια μακρά περίοδος μελαγχολίας, αποφάσισε να πάρει τη ζωή της στα χέρια της και ήταν η μόνη που μπορούσε να λύσει το πρόβλημά της. Αποφάσισε να κυνηγήσει αυτό που ήθελε, μη σκεπτόμενη κανέναν συναισθηματικό ή άλλο περιορισμό είχε.

Μετά από αρκετό καιρό οργανωμένου σχεδίου διαφυγής και πολυάριθμων συνεντεύξεων, έγινε δεκτή ως μεσαίο στέλεχος σε μεγάλη εταιρεία της Ζυρίχης. Παράλληλα, έκανε αίτηση για διδακτορικό στο τοπικό πανεπιστήμιο, εκμεταλλευόμενη μια παλιά γνωριμία από τα χρόνια της διεθνούς έκθεσής της, όπου εγκρίθηκε.

Τα επόμενα πέντε χρόνια ήταν αρκετά απαιτητικά και επώδυνα εργασιακά, αλλά κατάφερε να τελειώσει το διδακτορικό της, να προσφέρει πολλές επιστημονικές δημοσιεύσεις, να ανελιχθεί σε υψηλό στέλεχος στην εταιρεία της και να λαμβάνει συνεχώς προσκλήσεις για διαλέξεις ανά τον κόσμο.

Επιπλέον, επέλεξε να παντρευτεί εκεί και να στήσει όλη τη ζωή της. Η επιστροφή της ήταν αδύνατο ενδεχόμενο και η οικογένειά της πηγαινοέρχονταν για τη βλέπει, ενώ χαιρόντουσαν για τα επιτεύγματα της, παρόλο που τους έλειπε. Ήταν περήφανοι για εκείνη και ένιωθαν την παρουσία της με κάθε τρόπο, μια που τους στήριζε πάντα σε ό,τι χρειάζονταν.

Μετά από αρκετά χρόνια, στο πλαίσιο μιας συνέντευξης που είχε εν όψει μιας βράβευσης για την προσφορά της στο πανεπιστήμιο, ένας εκ των παρισταμένων τη ρώτησε ποια θεωρεί πατρίδα της, μετά από τόσα χρόνια απουσίας της από την «εστία» της. Η ίδια χαμογέλασε γλυκά και αποκρίθηκε: «Πατρίδα αγόρι μου είναι εκεί που σε αγκαλιάζουν, σε σέβονται και σε ωθούν να αναζητάς την προσωπική σου ανάπτυξη μέσω της επίτευξης του ακατόρθωτου. Εκεί που δε σου κόβουν τα όνειρα, που σε εμπνέουν να τα κυνηγήσεις, εφοδιάζοντάς σε με τα κατάλληλα όργανα πλεύσης. Εκεί που σε προτρέπουν να είσαι συνειδητοποιημένος και σωστός πολίτης, κάνοντάς σε – με τον τρόπο τους – να ντρέπεσαι αν δεν. Είναι εκεί που έχεις δημιουργήσει, που είναι οι πρώτοι σου πίνακες/βιβλία, τα πρώτα σου δάκρυα χαράς. Είμαι ευγνώμων για τους γονείς μου και την αγάπη/εφόδια που μου πρόσφεραν, γιατί με έκαναν αυτό που είμαι, αλλά πατρίδα μου είναι εδώ που πάλλεται η καρδιά μου, που ανατριχιάζει το κορμί μου και προσφέρονται ερεθίσματα για συνεχή επαγρύπνηση του μυαλού μου. Σε μια τέτοια πατρίδα δε φοβάμαι να ζω, να αρρωστήσω ή να πεθάνω, γιατί ξέρω πως θα με περιποιηθεί με τον ίδιο σεβασμό που την υπηρέτησα κι εγώ. Πατριώτης δε γεννιέσαι, γαλουχήσε».

(Ε. Γραμμένου)