Όλα γίνονται για κάποιο λόγο


Άκουσον άκουσον. Ο Πέτρος έγινε καπνός. Πήρε το καπελάκι του και πήγε σε άλλη παραλία. Άφησε τη Μαρία σαν την καλαμιά στο κάμπο, αφού πρώτα έγιναν μαλλιά κουβάρια.

Επεισοδιακή νύχτα, όπου εκείνος πήγε στο νοσοκομείο από την ένταση, λόγω αυξημένης πίεσης ενώ εκείνη τρία πουλάκια κάθονταν. Πολύ σύντομα θα αντιληφθεί ότι ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή της. Ο Πέτρος δε μπόρεσε να άντέξει τα καπρίτσια της, όπου του είχαν αλλάξει τα φώτα, ενώ εκείνη αγρόν’ αγόραζε.

Το είχε υποσχεθεί στον εαυτό του ότι πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Δε μπορεί να κάνεις τα πάντα για έναν άνθρωπο, να γίνεσαι χαλί να σε πατήσει κι εκείνος να πορεύεται στο χαβά του. Παρ’ ότι έφαγαν ψωμί κι αλάτι μαζί, το πλήρωμα του χρόνου έδειξε ότι δεν ταίριαζαν τελικά τα χνώτα τους. Την ήξερα απ’ όξω κι ανακατωτά, αλλά εκείνη ποτέ δεν προσπάθησε να τον κατανοήσει. Πλήρωσε αυτό το γάμο με τα μαλλιά της κεφαλής του. Ούτε ψύλλος στο κόρφο του. Στο κάτω κάτω της γραφής είχε και μια αξιοπρέπεια. Πόσα να κάνει για μιαν αγάπη, όσο κι αν τη λάτρευε; Πάλευε με νύχια και με δόντια να διασώσει τη σχέση τους, αλλά τελικά άνθρακας ο θησαυρός.

Ένας ηλικιωμένος κύριος που βρίσκονταν στο διπλανό κρεβάτι στο νοσοκομείο και άκουγε τον πόνο του, του είπε «όλα γίνονται για κάποιο λόγο, παιδί μου. Τίποτα δεν κρατά για πάντα. Μετά από κάθε εμπειρία βγαίνεις καλύτερος και ο επόμενος έρωτας σε περιμένει στη γωνία. Σε αυτή τη ζωή ό,τι δίνεις παίρνεις και στο τέλος θα βγεις ασπροπρόσωπος, ενώ εκείνη θα το φυσάει και δε θα κρυώνει».

Τα  λόγια του ευγενικού κυρίου λειτούργησαν ως βάλσαμο στη ψυχή του, εκείνη τη στιγμή. Παρ’ ότι κράτησε χρόνια αυτή η κολόνια, τώρα την άφησε στα κρύα του λουτρού και θα πορευθεί σε νέα τούνελ για αναζήτηση φωτός, αλλά αυτή τη φορά θα επιλέξει να είναι καθάριο και λαμπερό. Η ψυχή της ήταν άβυσσος και εκείνος έκανε πολύ κακό για το τίποτα. Καλύτερα έτσι. Άλλωστε τι είχε πραγματικά για να χάσει; Κέρδισε όμως την αυτοεκτίμηση και αξιοπρέπειά του.
 
(Ε. Γραμμένου)

Περιπλάνηση μιας ανθρωπόμυγας


Γεννιόμαστε γνωρίζοντας ότι σε 10 ημέρες θα πεθάνουμε. Το τέλος είναι γνωστό και έχουμε αποδεχθεί το προσωρινό της ύπαρξής μας. Αντίθετα με τους ανθρώπους, που τρέμουν το χαμό τους, εμείς οι ανθρωπόμυγες έχουμε συμφιλιωθεί με την ασημαντότητά μας.

Άνοιξα τα μάτια μου σε έναν όμορφο τόπο, γεμάτο φως, αποτέλεσμα του λαμπερού ήλιου και μοναδικά τοπία. Μόλις άνοιξα τα φτερά μου και κατάφερα να βρίσκομαι μόνη μου στον ουρανό, αποφάσισα να περιπλανηθώ σε όσα περισσότερα σημεία μπορούσα αυτού του τόπου, ώστε να συγκεντρώσω εικόνες, οσμές και εμπειρίες που θα με συντροφεύουν στο μεγάλο ταξίδι.

Ξεκίνησα από τα νότια που έχει θάλασσα, αφού την αγαπώ. Ήταν καλοκαίρι. Θαύμασα τα γελαστά πρόσωπα στο λιμάνι του Πειραιά, που όλο χαρά επιβιβάζονταν στα πλοία για τις διακοπές τους. Η ζωντάνια που απέπνεαν μου έδωσαν ώθηση να πετάξω μαζί τους μέχρι το Αγκίστρι, όπου απόλαυσα τα πρασινογάλαζα νερά και τις νεανικές παρέες που εξερευνούσαν το νησί με τα ποδήλατά τους.

Στάθηκα για λίγο πάνω σ’ ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο, ώστε να ξαποστάσω και να συνεχίσω τη πορεία μου για το Σούνιο. Η διαδρομή ήταν γεμάτη γαλάζιο χρώμα, σε όλες τους τις αποχρώσεις και το λευκό του ναού, έλαμπε από μακριά. Μέχρι να φτάσω, ο ήλιος είχε ήδη αρχίσει να κατεβαίνει και σταμάτησα πάνω στο ναό, ώστε να θαυμάσω το ηλιοβασίλεμα και τα χρώματα που άλλαζε συνεχώς ο ουρανός. Εκεί πέρασα τη νύχτα μου, υπό τους ήχους των κυμάτων και το μουρμούρισμα των τζιτζικιών.

Την επόμενη ημέρα ανηφόρισα για τη βόρεια πλευρά της πόλης και στάθηκα στην Πάρνηθα, όπου έπαιξα με μια ομάδα νεαρών προσκόπων, οι οποίοι προσπαθούσαν να δέσουν τους κόμπους τους και να στήσουν σωστά τη σκηνή τους με την καθοδήγηση των οδηγών τους. Ξαφνικά συννέφιασε και ο αέρας άρχισε να δυναμώνει. Αν δεν εισέβαλα σε ένα διερχόμενο αυτοκίνητο που έτυχε να περνάει εκείνη την ώρα, θα χανόμουνα στη δύνη του.

Το αυτοκίνητο κατέληξε στην όγδοη προβλήτα του Πειραιά και επιβιβάστηκε στο καράβι για Κρήτη. Εκείνη τη στιγμή αναρωτήθηκα αν έπρεπε να φύγω ή να το ακολουθήσω. Φοβήθηκα ότι η απόσταση ήταν μεγάλη και ίσως να μην κατάφερνα να επιστρέψω μετά. Τελικά αποφάσισα να συνεχίσω και ό,τι ήθελε προκύψει.

Φτάσαμε την επόμενη ημέρα στο Ηράκλειο. Μόλις ο οδηγός άνοιξε το παράθυρο για να καπνίσει, πέταξα έξω. Πέρασα από την Κνωσό, είδα ένα πανηγύρι στα Σφακιά, τον Άγιο Νικόλα, το Φραγκοκάστελο, την παλιά πόλη των Χανίων – που με ταξίδεψε λίγο στην Ιταλία – τα Φαλάσερνα, τις Βρύσες με το γραφικό γεφύρι πάνω στην κεντρική πλατεία, το Μπάλο με το αλλόκοτα μαγευτικό τοπίο του και κατέληξα στο Ελαφονήσι, όπου λάτρεψα την όψη του.

Ήδη ήμουνα στην έκτη ημέρα, είχα κουραστεί και αμφέβαλλα για το αν θα αντέξω την επιστροφή. Σκέφτηκα να πάω πίσω στο Ηράκλειο και να προσπαθήσω να εισχωρήσω πάλι σε κάποιο όχημα με κατεύθυνση τον Πειραιά, ώστε να είναι πιο ομαλή η επιστροφή μου. Για άλλη μια φορά τα κατάφερα και ανέβηκα στο πλοίο.

Μόλις σουρούπωσε και διασχίζοντας το στενό των ρευμάτων, ο καιρός άλλαξε απότομα κα ξεκίνησε θαλασσοταραχή. Ο αέρας όλο και δυνάμωνε. Όπως ήμουν μέσα στο πλοίο, ζαλιζόμουνα και είπα να βγω λίγο στο κατάστρωμα να με φυσήξει ο αέρας. Μόλις βγήκα στάθηκα πάνω στην κουπαστή και εκ του μη όντος, περνάει ένας υπάλληλος με φορτίο και με χτυπά άθελά του. Το χτύπημα μου έκοψε το ένα φτερό και πόδι. Δε μπορούσα να πετάξω πια. Ο δυνατός αέρας θα με έσπρωχνε στη θάλασσα.

Έτσι κι έγινε. Ο άνεμος με έσυρε πέρα από την κουπαστή, προς τη θάλασσα. Όσο ήμουν στον αέρα πέρασαν από μπροστά μου όλα όσα είχα ζήσει και το συναίσθημα της μη ολοκλήρωσης. Γρήγορα όμως σκέφτηκα – μιας και τα δευτερόλεπτα ήταν πολύτιμα – ότι μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα πάει όπου επιθυμούσα, «παρά τό ελεύθειν όπου ερά τις». Ήμουν δηλαδή ελεύθερη και είχα μπόλικο υλικό για το τελευταίο ταξίδι μου.

(Ε. Γραμμένου)

Ο σύντροφος της ομορφιάς

Περιμένω κάποτε να ‘ρθεις,
Περιμένεις κάποτε να ‘ρθω,
μα ακόμα άφαντος.
μα ακόμα άφαντη.
Αγαπώ τις ατέλειές σου
Αγαπάς τις ατέλειές μου
και πορεύομαι πλάι σου.
και πορεύεσαι πλάι μου.
Απολαμβάνω την ανατολή και δύση ηλίου
Απολαμβάνεις την ανατολή και δύση ηλίου
καθώς στέκομαι αγκαλιά μαζί σου στην ακτή.
καθώς στέκεσαι αγκαλιά μαζί μου στην ακτή.
Είμαι δίπλα σου στα δύσκολα, στα εύκολα και στα άγνωστα
Είσαι δίπλα μου στα δύσκολα, στα εύκολα και στα άγνωστα
με όπλο την αγάπη.
Είμαι μάρτυρας στις ήττες και τις νίκες σου
Είσαι μάρτυρας στις ήττες και τις νίκες μου
ως εμψυχωτής και υποστηρικτής.
Ακούω τα μάτια, τις σιωπές σου
Ακούς τα μάτια, τις σιωπές μου
βλέπω με την καρδιά σου
βλέπεις με την καρδιά μου
κάνω ήχο τους χτύπους της
κάνεις ήχο τους χτύπους της
με σεβασμό στις παύσεις της.
Είμαι η ελπίδα που σε ωθεί να παλεύεις
Είσαι η ελπίδα που με ωθεί να παλεύω
και το μαξιλάρι να γύρεις να ξαποστάσεις.
και το μαξιλάρι να γύρω να ξαποστάσω.
Δυο ψυχές που γίνονται μία, δυο δρόμοι που ενώνονται
χωρίς να μπλέκονται
δυο εξαρτημένες ανεξαρτησίες που ανακαλύπτουν
τη μαγεία της ένωσής τους
Μοιράζομαι χωρίς να σωριάζομαι
Μοιράζεσαι χωρίς να σωριάζεσαι
αγαπώ χωρίς να επαιτώ
αγαπάς χωρίς να επαιτείς
προσφέρω και επαίρω ζωή.
προσφέρεις και επαίρεις ζωή.

(Ε. Γραμμένου)
 

Μεθυσμένο Φεγγάρι


Ζωή γεμάτη δυσκολίες και εμπόδια

παλεύοντας συνεχώς χωρίς τα απαραίτητα εφόδια
παραδίδεις πληγωμένα κομμάτια εαυτού
λεκιάζοντας τα ρούχα με κηλίδες ιδρώτα καυτού

Μεγάλοι έρωτες & έντονα πάθη που παρήλθαν
λάθη που επανελήφθησαν & πρόσωπα που απήλθαν
στριφογυρίζουν αενάως στο μυαλό μη συνειδητά
ελπίζοντας να αγγίξουν της ψυχής τα κυνηγητά

Ευκαιρίες που συνάντησες και προσπέρασες
πιέσεις που δέχθηκες και δεν απέδρασες
συναισθήματα που ένιωσες και δεν ξεπέρασες
συμβουλές που χάρισες, αλλά εσύ ξέρασες

Με ένα μπουκάλι αλκοόλ στην ακτογραμμή περπατάς
κάθε αναπάντητο ερώτημα την ύπαρξη ιντριγκάρει
είναι νύχτα και κάθε όριο καταπατάς
είσαι τρελός ή φταίει το μεθυσμένο φεγγάρι

(Ε. Γραμμένου)